3.9.13

κολοκυθάκια αυγολέμονο

Ένας από τους μετόχους της εταιρείας λέει ότι κάνει δίαιτα και παραγγέλνει κάθε μεσημέρι μαγειρευτό φαγητό από ένα απαράδεκτο ντελιβεράδικο. Κάθε μεσημέρι το γραφείο μυρίζει σαν τα μαγειρία στο 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων - Κέντρο Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων. 'Η σαν Friskies, αηδία, μπαγιάτικα μικροαστικά αυγολέμονα και αμφίβολοι κιμάδες μας γαμάνε τη ζωή κάθε μέρα. Θέλω πολύ να κάνω δύο πράγματα όταν γεράσω, αν δηλαδή καταφέρω και ζήσω μέχρι τα 50 ή τα 60, όχι κάτι φοβερό, απλά έχω απίστευτη περιέργεια να δοκιμάσω Friskies και ηρωίνη. Όχι ταυτόχρονα.

Τα γραφεία είναι τάφοι λένε, ΟΚ, κοινότυπο και κλισέ, ένας βαρετός χαρακτηρισμός, όχι όμως πιο βαρετός από τα ίδια τα γραφεία, πςςςς, τί είπα, κάποια ανωμαλία στο χωροχρονικό συνεχές θα πρόκαλεσε αυτή η σκέψη, στην περίπτωση μας το γραφείο είναι θάλαμος αερίων με οσμές από κακομαγειρεμένα κολοκυθάκια γεμιστά. Θα μπορούσα να πυροβολήσω τους συναδέλφους μου ανάμεσα στα μάτια για ένα εκατομμύριο λόγους, και οι μυρωδιές τους είναι ένας από αυτούς.

Δεν το αξίζουμε αυτό.
Πιάσε εσύ το αφεντικό, να σκοτώσω εγώ τον άλλον και μετά να την κάνουμε.
Να φύγουμε δυτικά, να ληστέψουμε μια τράπεζα και ένα γρήγορο αυτοκίνητο, να μπούμε στο Route 101 και να κάνουμε 2,478 χιλιόμετρα μέσα σε 2 μέρες, από το Λος Άντζελες στο Σηάτλ, δίπλα ο Ειρηνικός να γυαλίζει σαν υδράργυρος από σπασμένο θερμόμετρο, μια τοξική ευδαιμονία, αμερικάνικος ήλιος, εσύ θα είσαι γυμνή, εγώ ψιλομεθυσμένος, δεν ξέρω, ότι νάναι, βαρέθηκα, νομίζω πως σε καμία περίπτωση δεν το αξίζουμε αυτό με τα κολοκυθάκια και τα φωτοτυπικά και τις προθεσμίες.

κλικ

25.8.13

love, punk rock and a big nihilistic hug

Dear Stoya,

My name is το βρακί του νταρθ (Darth Vader’s underwear), I am 31 and I live in Athens, Greece. This is not my real name, well at least not yet. I am writing to you for no apparent reason, other than that I love you and that you are extremely hot.

So, Stoya, how is everything? How is life in New York? How is the cat doing? How about James? Greetings to you all. By the way, have you ever met Lee Ranaldo of Sonic Youth in NY? If you ever do, please tell him that I love him too, in a non-gay way.

I am not doing very well Stoya. Greece is such a depressing place to live during the last couple of years, young people are either unemployed or they work 10 or 12 hrs a day at shitty jobs for few money. I am thinking about leaving, but then there are a few friends here that I really like, plus I don’t want to go abroad and become some corporate dick that draws excel graphs of the Q3 profits on his notebook, late in the afternoon train as he commutes from work back to the suburbs.

I’d like to be a punk rocker in some squat, but I have no talents, I am trained for nothing, I was raised with television, video games and cholesterol. I know that punks are mostly losers too, but I am worse than that, plus they eat shitty food at squats and girls there are kind of smelly. 

By the way, I read that Village Voice interview of yours, where you said that you lost your virginity as soon as you saw a magazine cover with Britney Spears where she stated that she wanted to remain a virgin. In my eyes, what you did is hardcore feminism and a true punk attitude and I really admire it, plus it was kind of funny. Anyway.

So I am looking for a way out of all the shit here. Since I love you, I would propose to you, but I know that you love someone else, plus you are a bit (a lot) out of my league. Furthermore, my τσουτσούνι is kind of small. Τσουτσούνι is a cute-ish way to say cock in Greek, I could say πούτσα but it is more vulgar and I am not a redneck. Finally, I must add that while my erections are good, I don’t ejaculate very easily because of the antidepressants I am on - but maybe that is a good thing for girls?

By the way, most people that I know in Greece right now, people between their 20s and 40s, visit shrinks or take antidepressants, this is our Generation X, our own Prozac nation, 20 years after the American slacker culture of the 90s, we are finally in a state of collective apathy, depression and nihilism. This isn't fun though, no one will exploit this culture, no one will buy us, we will just sit here and float in emptiness, mood swings and hip hair-dos, like astronauts in some trashed space station that moved out of orbit and it is now a matter of time before they run out of food, crash a meteor or just stare outside the small round window for ever.

Anyway, since it is probably not wise to propose to you, I thought of this: Would you consider hiring me as a butler at your house/ flat/ mansion/ boat/ cottage/ whatever? I will do your laundry, iron, occasionally steal a thong (sorry), clean the windows, cook, wash the car, charge your iPhone, get you cigarettes, feed the cat, give you mani-pedis (don’t know how to do that, but I am a quick learner). My cooking specialties include trahana, lentil soup, fava, spetzofai, everything pork, plus if you have a really big bbq I can roast whole lambs and kokoretsi for you and your friends at your parties, just like my Greek forefathers used to do. Finally, if you need any help practicing your scenes or reading parts for auditions, I would be happy to assist you. 

Again, thanks for your time. Please think about it. If you don’t need my services, no worries, I understand.

Love, punk rock and a big nihilistic hug
το βρακί του νταρθ

PS. If you’re ever in Athens, you can crash my couch and sleep naked there if you wish. I can take you to nice bars, we can read poetry and if there is a demonstration we could go and throw rocks and molotov bombs to the cops. It will be fun!

1.8.13

αβιογένεση

Η Μαρία είναι από την Αλβανία και καθαρίζει σπίτια. Δεν μιλάει καλά ελληνικά. Δείχνει πιο γερασμένη απ' ότι είναι.
Μου είπε ότι θα πάει στην Αλβανία για διακοπές. Τη ρώτησα γιατί δεν μένει εκεί, παίζει να είναι καλύτερα από δω πλεον. Είπε πως πριν κανα δυο χρόνια ήταν όντως καλύτερα, τωρα είναι πάλι σκατά.
"Σκοτώνουν στους δρόμους πάλι. Πριν λίγο καιρό, μπήκαν κάτι τύποι στην πλαζ στον Αυλώνα και σκότωσαν τεσσερις με καλάσνικωφ".
Πλαζ. Καλασνικωφ. Ήλιος. Αίματα.
Μισώ τα καλοκαίρια. Τελεία.

Στο τρένο παίζω ναυμαχία στο κινητό, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ και να διαβάσω, έχω να διαβάσω κάνα χρόνο, βάζω τις φρεγάτες και τα υποβρύχια μου σε απίθανες διατάξεις και το παίζω καπετάνιος.
Δίπλα μου αγόρια και κορίτσια κόβουν φρούτα και σκοτώνουν γουρούνια με το κινητό, τρία πιτσιρίκια βλέπουν σκληρό πορνό στην οθόνη τους ενώ απέναντι τους μια κοπέλα χρησιμοποιεί το κινητό της σα δονητή κάτω από τη φούστα. 
Τρώμε με το κινητό, χέζουμε με το κινητό, πηδιόμαστε με το κινητό. 
Ναι ιδεοψυχαναγκαστικό μωρό μου, θέλω να πηδιόμαστε και να κάνεις λάικ στο προφίλ μου. 
Έφτασα, τερματικός σταθμός, είμαι μόνος στο βαγόνι, παίζει να με πήρε λίγο ο ύπνος, δε γαμιέται.

Ο Αριστοτέλης πίστευε πως τα χέλια γεννιούνται από την άμμο στους πυθμένες των ποταμών, αυτόματη γένεση ή αβιογένεση, η δημιουργία ζωής από άψυχη ύλη ή κάτι τέτοιο, και κάπως έτσι γεννάμε κι εμείς την παράνοια και τη μιζέρια. Μάλλον έτσι νομίζουμε, τελικά η παράνοια και η μιζέρια γεννάνε εμάς, από το πουθενά, από άψυχη ύλη, η πόλη είναι το ποτάμι του Αριστοτέλη και τα χέλια είμαστε εμείς.

Νομίζω δεν έχει μείνει τίποτα εδώ, εδώ είναι η έρημη χώρα του Έλιοτ, στα αγγλικά η φράση είναι πιο ταιριαστή, the waste land, έτσι ζούμε, ρημαγμένοι, κατεστραμμένοι, ένας σκουπιδότος και τα σκουπίδια είμαστε εμείς. 

Εδώ, μπορώ κι εγώ σαν τον Έλιοτ, μέσα σε μια χούφτα σκόνη να σου δείξω τον φόβο. 


24.7.13

κάτι, σαν ανατέλλων τρόμος

συνταγή
Από την εξώπορτα μέχρι το σταθμό του μετρό είναι 176 βήματα. 
17 λεπτά στο μετρό. 
8 λεπτά στον προαστιακό. 
45 βήματα από τον σταθμό για το γραφείο. 
10 ώρες στο γραφείο.
45 βήματα από το γραφείο για το σταθμό.
8 λεπτά στον προαστιακό. 
17 λεπτά στο μετρό.
176 βήματα από το σταθμό του μετρό μέχρι την εξώπορτα.
5 ώρες στον καναπέ.
7 ώρες αμφίβολου ύπνου με ιδρώτα, δύσπνοια, άπνοια, γαστρο-οισοφαγική παλλινοδρόμηση, οξέα από το στομάχι στο σεντόνι, κλιματιστικό, ξυπνητήρι, νερό, σερτραλίνη.
Απλά μαθηματικά.

το κάτι
Από την οροφή του ασανσέρ άρχισε να κυλάει στα τοιχώματα μια κίτρινη παχύρευστη ουσία. Ψυχραιμία. Κοιτάζω το ρολόι, αρχίζω να ιδρώνω. Ψυχραιμία. Η κυρία από τον δεύτερο κρατάει δυο σακούλες σουπερμαρκετ, φοράει φτηνά αθλητικά και αδιάφορο άρωμα. Ψάχνω τις τσέπες μου, όχι κάτι συγκεκριμένο, από συνήθεια.
"Ο Ιεζεκιήλ είπε πως μια μέρα οι άνθρωποι θα πεθαίνουν σε ανελκυστήρες" είπε χαμογελώντας.
"Γνώριζε ο Ιεζεκιήλ τι είναι και πως λειτουργούν οι ανελκυστήρες;" ρώτησα ιδρωμένος. Έτρεμα.
"Δεν το ήξερε αλλά ήταν προφήτης. Έτσι κάνουν οι προφήτες".
Ψυχραιμία. Βγάζω ένα στραπατσαρισμένο πακέτο από το πουκάμισο και ανάβω ένα τσιγάρο.
"Ποιός είναι ο αγπαημένος σου προφήτης;" ρώτησε.
"Ο Κιούμπρικ" της απάντησα.
Βγήκε χωρίς να πει κάτι. Το κίτρινο εξαφανίστηκε, έσβησα το τσιγάρο στο πάτωμα και βγήκα κι εγώ.
Βοηθάει να καπνίζεις στο ασανσέρ.

Δεν ξέρω αν το έχεις σκεφτεί ποτέ αλλά τα σπίτια μας είναι τυλιγμένα με ηλεκτροφόρα σύρματα, δεν είναι μεταφορικό αυτό, κάποια ποιητική μαλακία ή πανκ στίχος από την εφηβεία, είναι η αλήθεια. Έχουμε όλο το ρεύμα του κόσμου και το διοχετεύουμε σε πρίζες, μέσα από καλώδια σε τοίχους, γύρω γύρω από τα δωμάτιά μας, για να δουλεύουν τα φωτιστικά, οι τοστιέρες και οι φορτιστές κινητών. 
Μια φορά καθόμουν στο μπαλκόνι, ήταν αργά το βράδυ και ήμουν μόνος μου, και περίεργα φώτα άρχιζαν να τρεμοπαίζουν πάνω από τον Υμηττό, κοίταξα, τα φώτα άλλαζαν θέση και σε κλάσματα του δευτερολέπτου κάτι αιωρούνταν μπροστά στο μπαλκόνι μου. 
Κάτι, δηλαδή δεν ξέρω τι, λέω "κάτι" συνέχεια σαν να μην ξέρω πολλά πράγματα. Το κάτι άρχισε να μου μιλάει και είπε "γιατί δεν κάνετε τα σπίτια σας διαστημόπλοια;"
Δεν είχε μορφή δίποδου ή τετράποδου όπως έχουν οι εξωγηίνοι στις ταινίες, ήταν κάτι άλλο, σαν φως, σαν τους πίνακες στα αεροδρόμια ή στα εναλλακτικά μπαρ, φωτάκια που αναβόσβηναν. Έκανα πως δεν άκουσα γιατί δεν ήθελα να πιστεψω ότι υπάρχει κάτι άλλο εκεί, "κάτι", και μου λέει "εμείς έτσι ταξιδεύουμε, τυλίγουμε καλώδια στα σπίτια μας και φεύγουμε". Και μετά δεν υπήρχε κάτι.
Έχει πλακα η ζωή μέσα στο πηνίο. Μαγνήτες, ηλεκτρικές εκκενώσεις, δυνάμεις της φυσικής που δεν τις ξέρω καλά. Δύναμη Coriolis, αυτήν ξέρω, δεν έχει σχέση με τον ηλεκτρισμό, αλλά μου αρέσει το όνομα. Ψάχνω και γω κάτι που να εξηγεί γιατί κάνουμε κυκλικές κινήσεις. Κάτι.

spy-fi
Είδα στον ύπνο μου μια μελλοντική δυστοπία όπου όλοι οι άνθρωποι ανήκουν σε ιδιωτικούς στρατούς. Ζούνε σε μια κατάσταση αδράνειας, είναι ναρκωμένοι μέσα σε ειδικούς θαλάμους και ξυπνάνε μόνο για να κάνουν τη δουλειά που τους έχει αναθέσει η εταιρεία.
Δεν υπάρχει κράτος, δεν υπάρχει πλανήτης, δεν ξέρουμε τι υπάρχει, αλλά μπορούν να σε ξυπνήσουν και να σου πουν "Ο Σέργιο Χουάν Γκαρσία στο Μέξικο Σίτυ πρέπει να είναι νεκρός μέσα σε 72 ώρες το πολύ". 
Δεν ξέρεις γιατί. Μπορεί να κάνεις καλό στην ανθρωπότητα, μάλλον όχι, δεν έχεις επιλογή παρ' όλα αυτά. Οπλίζεις ένα Smith & Wesson, σαν αυτό που είχε ο Clint Eastwood στο Dirty Harry. Είναι κάποιο αστείο που χρησιμοποιούμε ακόμη πανάρχαια όπλα;

Φτάνω στον προορισμό μου και μπαίνω σε ένα τυχαίο μπαρ. Στη σκηνή ο μαέστρος είχε για κύριο όργανό του μια ασπρόμαυρη αναλογική τηλεόραση με τρείς κεραίες. Άλλαζε τα κυκλώματα ώστε τα χιόνια να μεταδίδονται σε διαφορετικές συχνότητες, διαφορετικός ήχος και σχήματα. Δίπλα του είχε ένα πρεζάκι και μια πόρνη.

Στο πρεζάκι έχει δώσει μια άρπα στις χορδές τις οποίας περνάει ρεύμα 115 Volt σε ακαθόριστα χρονικά διαστήματα, το πρεζάκια παίζει τυχαίες νότες και που και που ουρλιάζει από το ρεύμα που περνάει μέσα από τα δάχτυλά στο σώμα του.
Η πόρνη χορεύει γυμνή και γαυγίζει ενώ που και που δίνει ενδοφλέβια στο πρεζάκι ψυκτικά υγρά, υγρά μπαταρίας και ηρωίνη. Το τελικό αποτέλεσμα είναι απροσδόκητα καλό.

Στο τέλος οι θαμώνες ψηφίζουν τι τους άρεσε περισσότερο, ψηφίζουν 1, το πρεζάκι ήταν φανταστικό σήμερα, ο δημιουργός βγάζει ένα περίστροφο και πυροβολεί την πόρνη ανάμεσα στα μάτια. Το πλήθος χειροκροτεί, ιθαγενή γκαρσόνια πάνω σε άλογα σερβίρουν τεκίλα σε ιδρωμένους μεξικάνους από στρατούς ανταρτών ή δραπέτες από ιδιωτικές φυλακές υψίστης ασφαλείας.

Συνήθως ξυπνάω πριν προλάβω να πυροβολήσω τον Σέργιο Χουάν Γκαρσία αλλά ακόμη κι έτσι, έχει πλάκα, στον ύπνο μου νομίζω περνάω καλύτερα.

σπονδυλική στήλη
Ένας φίλος μου λέει ότι πολλές φορές στον ύπνο του βλέπει γραφική βία επιπέδου σπλάτερ ή βίντεο γκέιμ. Βλέπει πως έχει μια ειδική κίνηση που μπορεί να σε πιάσει από το σβέρκο και να σου ξεριζώσει χωρίς ιδιαίτερο κόπο τη σπονδυλική στήλη. 
Όταν  μου το λέει αυτό φοβάμαι μήπως τον πετύχω καμιά μέρα στον ύπνο μου, αυτός με τα αδίστακτα χέρια του κι εγώ με ένα παλιό περίστροφο από την άγρια δύση. 
Αλλά εντάξει, δεν μπορώ να κάνω πολλά για αυτό. Έτσι θα γίνει το μακελειό στο τέλος, με ότι έχει ο καθένας.

[ανατέλλων τρόμος]

3.4.13

χτες βράδυ κοιμήθηκα στην όπερα της βιέννης

1
Το πιο ενδιαφέρον πράγμα που διάβασα πρόσφατα είναι ένα εγχειρίδιο ψυχιατρικής που πήρα από την αδερφή μου. Περίεργη φάση οι γιατροί κι αυτό είναι πραγματικό εγχειρίδιο, τους λέει ακόμη και τι ερωτήσεις να κάνουν στον ασθενή. Για να καταλάβουν πχ κάποια πτυχή του προβλήματος στη σχιζοφρένεια κάνουν ερωτήσεις του στυλ "Οι φωνές που ακούτε από την τηλεόραση σας απευθύνουν το λόγο ή μιλάνε μεταξύ τους για εσάς;" Αυτό. Δηλαδή δεν θέλω να πω κάτι ψαγμένο ή μεταμοντέρνο ή να κάνω εντύπωση ή οτιδήποτε, απλά μου άρεσε.

2
Είδα στον ύπνο μου ότι φτιάξαμε επιτέλους το αυτοκίνητο που το είχα παρατημένο δυο μήνες γιατί δεν είχα λεφτά. Κολυμπούσαμε στο Ιόνιο και οι φίλες μου ήταν γυμνόστηθες, εντάξει τα έχω δει κι από κοντά, αλλά στον ύπνο μου τα βλέπω όσο θέλω. Τις τέσσερις φίλες μου τις λένε Α., Β., Γ. και Δ., αλήθεια, και μου φαίνεται πολύ σημαδιακό αυτό, σαν ένα περίεργο στατιστικό μόρφωμα που αν καταλάβω τι σημαίνει θα μου φανερωθεί η μεγάλη αλήθεια του σύμπαντος ή κάτι τέτοιο αλλά όχι, ούτε καν, απλά κολυμπάμε στο Ιόνιο και είναι κι άλλοι φίλοι, πρέπει να είμαστε δέκα-δεκαπέντε άτομα, μπροστά μακριά το πιο όμορφο νησί του Ιονίου, ένα απότομο βουνό γεμάτο πεύκα που φτάνουν μέχρι τη θάλασσα. Και ξαφνικά το σκηνικό αλλάζει και βρισκόμαστε ντυμένοι στην κεντρική πλατεία του χωριού, όχι την κανονική, μια άλλη που είχα δει σε μια ταινία για τη σικελική μαφία όταν ήμουν μικρός και στεκόμαστε γύρω από το χαλασμένο αυτοκίνητο και το κοιτάζουμε παρέα με μια περίεργη κοινότητα ανθρώπων, κάτι αλλόκοτο.

Γέροι με σκληρά μαύρα μούσια, πουκάμισα σκισμένα στα μανίκια, μισοκουμπωμένα, κάποια κουμπιά λείπουν και τα έχουν αντικαταστήσει με σπάγκους και ξεραμένα σπάρτα, δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα τους. Οι γυναίκες είναι γυμνόστηθες με στικτά ασπρόμαυρα αγιόφιδα τυλιγμένα στα χέρια σαν μινωικές τοιχογραφίες. Τα παιδιά είναι ξυπόλητα, μελαχρινά με ξανθά μαλλιά και μπλε μάτια. Όλο αυτό μοιάζει με ένα σπάνιο κράμα από DNA της Μεσογείου, σκέφτομαι πειρατές του 15ου αιώνα να τεκνοποιούν σε τυχαία μικρά νησιά, να μεταφέρουν τα παιδιά και τις γυναίκες τους από δω κι από κει και να φτιάχνουν τελικά μια νέα τραχιά φυλή που μιλάει μια δική της γλώσσα και που δεν ξέρει πως έχει σκόρπιους συγγενείς στη Γαύδο, τη Μάλτα, τις Βαλεαρίδες, την Ικαρία και σε μικρά αχαρτογράφητα νησιά του Ιονίου.

Το χωριό έχει μετα-αναγεννησιακά κτίσματα, μπαρόκ, ροκοκό και άλλα αστεία ρεύματα, σαν να σήκωσες τη Βιέννη και να την πέταξες στη θάλασσα. Τα κτίρια μισογκρεμίστηκαν στον πόλεμο. Σκαλιστές κολώνες σε περίεργα αίθρια χωρίς οροφές και δωμάτια με τρεις μόνο τοίχους και άνοιγμα στην πρόσοψη. Και τα άφησαν έτσι λέει, δεν τα ξανάφτιαξαν μήπως ξαναγίνει πόλεμος, γιατί παλιά οι άνθρωποι ζούσαν με το φόβο του πολέμου σε αντίθεση με σήμερα που ζουν με το φόβο για το οτιδήποτε.

Εκεί σε αυτή την πλατεία, στεκόμαστε λοιπόν εμείς οι δέκα - δεκαπέντε μαζί με τους ντόπιους και κοιτάζουμε το χαλασμένο αυτοκίνητό μου όταν οι τρεις γηραιότεροι βγαίνουν μπροστά και λένε κάτι στους υπόλοιπους, αποφασίζουν δια βοής και εννιά μικρά παιδιά μεταμορφώνονται σε σαύρες του γένους Chalcides, αυτές με τα μικρά πόδια και τις γυαλιστερές φολίδες, και μπαίνουν στη μηχανή. Μετά από δυο λεπτά το αυτοκίνητο ήταν μια χαρά, δούλευε κανονικά, οι σαύρες ξανάγιναν παιδιά και μας κέρασαν τσίπουρο, τυρί και σταφύλια.

Το απόγευμα φτάσαμε στο λιμάνι έτοιμοι να γυρίσουμε πίσω. Κάπως προβληματίστηκα στον ύπνο μου, αυτό το νησί δεν έχει λιμένα τέτοιου είδους, τι άγχος, το άγχος του ύπνου μπορεί να σε σκοτώσει. Σκέφτηκα να πετάξω το αυτοκίνητο στο νερό αλλά τελικά έγινε καλύτερο, οι γυναίκες με τα φίδια στα χέρια μας φέραν εκρηκτικά και γκρεμίσαμε ολοσχερώς το λιμάνι.

Να μείνουμε εδώ; λέει η Β.
Να μείνουμε, απαντάμε όλοι.

Οι φίλες μου πέταξαν ξανά το στήθος τους έξω και τυλίχτηκαν με ερπετά, εμείς ξανθύναμε, άλλοι έγιναν παιδιά, άλλοι ντουβάρια από το λιμάνι, νερό, πεύκα, τσίπουρο, ήλιοι στη δύση τους προς την Ιταλία κτλ. Εγώ έγινα γυναίκα, καβάτζωσα τη μισογκρεμισμένη Όπερα της Βιέννης που πλέον έβλεπε θάλασσα και μισομεθυσμένη έπεσα για ύπνο κοιτάζοντας τα αστέρια της Δυτικής Ελλάδας από μια τρύπα στην οροφή, έναν μόνιμο φεγγίτη ενθύμιο από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

3
Αισθάνομαι μια αμηχανία όταν κατεβαίνω την Κατεχάκη και βλέπω το οικόπεδο με τους φοίνικες δίπλα στο 401, δεν ταιριάζει εκεί, είναι σαν να έσκισαν τη φωτογραφία και να κάνανε κολλάζ κάτι άλλο από πάνω. Νομίζω πως είναι φυτώριο, αλλά μου αρέσει να φαντάζομαι ότι δεν είναι και πως το 1953 Έλληνες αεροπόροι που πολέμησαν στην Κορέα φέραν τυχαία σπόρους από φτέρες, φοίνικες και τροπικά φυτά της Ασίας. Οι σπόροι μείνανε σε λήθαργο μέχρι τώρα που άλλαξε το κλίμα και τώρα ξαφνικά φυτρώνουν ανεξέλεγκτα, μια μικρή Ασία στα στρατιωτικά οικόπεδα. Μερικές φορές στέκομαι απέναντι και τα κοιτάζω καπνίζοντας, περιμένω να απλώσουν τα πτεροειδή κλαδιά τους και να πάρουν εκδίκηση για τις σφαγές του '51, να καλύψουν το 401 και το 251 με φύλλα και με τις ρίζες τους να τρέφονται με διεφθαρμένους καραβανάδες και υπνωμένους φαντάρους, μια ομάδα ανειδίκευτων κηφήνων - σαδιστών που βλέπουν μπάλα και φτηνές τσόντες στα διαβαθμισμένα υπόγεια απόρρητων εγκαταστάσεων για το καλό του έθνους.

Συνήθως δεν γίνεται κάτι τέτοιο, απλά κάθομαι εκεί και κοιτάζω τον κόσμο να περνάει ανυποψίαστος, σφιγμένος και  μπροστά από δέντρα που κάποια μέρα θα μας τσακίσουν χωρίς πολλά πολλά, χωρίς φλυαρίες, χωρίς στρογγυλεμένες λέξεις και χωρίς πρόλογο.

Λίγες φορές όμως, είμαι σίγουρος πως έχω δει τρελά παιδιά να κατεβαίνουν από τα παράθυρα των νοσοκομείων και να τρέχουν ανάμεσα στους φοίνικες. Ξανθά αγόρια και κορίτσια, μπλε μάτια, σκούρα δέρματα, μιλάνε μόνα τους, ακούνε φωνές, γελάνε δυνατά, φωτιές στο βλέμμα, "ο σκύλος μου είπε να το κάνω", "σπάστε τα κυκλώματα που μας παρακολουθούν", τρέχουν ασταμάτητα και αν προσέξεις καλά τα βλέπεις που και που να γίνονται λιακόνια, χαμαιλέοντες ή αγιόφιδα, για λίγο μόνο, πριν σκαρφαλώσουν ξανά στα μπαλκόνια των νοσοκομείων και σταματήσουν να μιλάνε για την βραδινή κατάκλιση των 22:30 οπου η νοσοκόμα ή ο θαλαμοφύλακας θα σβήσουν το φως και θα φύγουν με αργά συρτά βήματα από το δωμάτιο.


την τελευταία ημέρα του κόσμου θα πίνω χυμό πορτοκάλι, θα φοράω πυτζάμες και θα φοβάμαι


Dies irae, dies illa / solvet saeclum in favilla / teste David cum Sibylla.

Κάθε πρωί στις 08:45 ακούγεται ο αποχυμωτής από το διπλανό διαμέρισμα. Όταν τον ακούω ξέρω ότι έχω αργήσει. Τελευταία τον ακούω όλο και πιο συχνά, δεν θυμάμαι από πότε έχω να πάω στην ώρα μου για δουλειά. Σηκώνομαι από το κρεβάτι. Για κάποιο λόγο δεν έχω ποτέ χυμό στο ψυγείο και κάποια τέτοια απλά πράγματα με κάνουν να αισθάνομαι άσχημα.

Μια μεταλλική σφαίρα στο ύψος των ματιών μου. Κοφτή ανάσα στο σκοτάδι, κρύο, δύσκολες μυρωδιές. Η σφαίρα είναι φτιαγμένη από πολλές μικρές κάμερες, ένα σύνθετο μάτι με είκοσι χιλιάδες ομματίδια, ένα μηχανικό δίπτερο ή μια σφήκα με όξινη γεύση από σίδηρο.

Πρέπει να τρελαίνομαι.

Έχω βαρεθεί τον προφορικό λόγο. Αν μπορούσα θα σταματούσα εντελώς να μιλάω. Έχω ελαχιστοποιήσει τα τηλεφωνήματα, στη δουλειά φοράω ακουστικά, τέτοια φάση. Δεν ξέρω αν το έχεις παρατηρήσει αλλά οι πιο άσχημοι άνθρωποι μιλάνε δυνατά. Τους βαριέμαι, όσο λιγότερα έχουν να πουν τόσο περισσότερα ντεσιμπέλ βάζουν. 

Προχτές είδα στον ύπνο μου ότι αλλάξαμε τη γλώσσα. Είχαμε βαρεθεί να μιλάμε και σκεφτήκαμε ότι ο μόνος τρόπος είναι να ανακατέψουμε το αλφάβητο. Το “α” πήγε προς το τέλος και το “χ” ήρθε πρώτο. Αρχίσαμε να βάζουμε τόνους στο “ξ” και στο “κ”. Τα φωνήεντα θα τα λέμε πνιχτά όταν βαριόμαστε και παρατεταμένα όταν έχουμε κέφια. Χαζομάρα, το ξέρω, αλλά είναι μια αρχή.

Μετά σκέφτομαι ότι δεν έχει νόημα. Σχεδόν τίποτα δεν έχει νόημα. Παλιά είχα μια θεωρία που τελικά πιστεύω ότι ισχύει. Στην αρχή λέει, είχαν και οι άνθρωποι σύνθετα μάτια, με χιλιάδες μικρά ομματίδια που κατέγραφαν επίμονα τον κόσμο. Κατέληξαν όμως να βλέπουν τα πράγματα τόσο υποκειμενικά που τέτοιου είδους όραση τους ήταν περιττή. Και ξέμειναν με τα ελαττωματικά ανθρώπινα μάτια, τα οποία αν και συχνά καμουφλάρονται με εντυπωσιακά μπλε, πράσινα ή γκρίζα, υπολειτουργούν μετά από 40 ή 50 χρόνια ζωής το πολύ. Είμαι βέβαιος πως βαθιά στο μέλλον, σε ένα εκατομμύριο χρόνια ας πούμε, δεν θα έχουμε καθόλου μάτια. Θα μας λένε π.χ. «Βρίσκεσαι σε ένα πολύ όμορφο μέρος» ή «Αυτός είναι ένας τρομακτικά άσχημος πίνακας» και θα μας φτάνει αυτό. 

Μην πας για δουλειά σήμερα. Κάτσε εδώ. Νομίζω πως σήμερα τελειώνει ο κόσμος.

Την τελευταία ημέρα του κόσμου θα πίνω χυμό πορτοκάλι, θα φοράω πυτζάμες και θα φοβάμαι. Γεύση αντιβιοτικού στο στόμα, σαν πλαστικό ή τεφλόν, σαν βαρεμάρα. Στο δρόμο θα περνούν ολογράμματα παιδιών που βγάζουν κραυγές σε ρε μινόρε και λένε λολ, ομιτζί και γουατδεφάκ. Τα μεγάλα ηχεία του σύμπαντος, χαλασμένα από την αλμύρα, θα παίζουν παραμορφωμένα το ρέκβιεμ του Mozart κι ο κόσμος θα σπάει με μεγαλοπρέπεια. 

«Που βρέθηκε αλμύρα στο διάστημα;» θα ρωτήσεις. 
Κι εγώ θα σου απαντήσω «Το σύμπαν είναι από θάλασσα». 
Κι εσύ θα πεις «Είδες; Δεν είναι όλα άσχημα».

Σε αφήνω στον καναπέ και σε σκεπάζω με την καρό κουβέρτα. Βγαίνω από το διαμέρισμα με τις πυτζάμες και χτυπάω τη διπλανή πόρτα. Ένας άσχημος άντρας γύρω στα σαράντα-πέντε ανοίγει. Μυρίζει τσιγάρο, φαίνεται μόνος, είναι χοντρός, αξύριστος και έχει υπερβολικά μικρά μάτια. 

«Θέλω λίγο χυμό» θα του πω. «Θα είναι άδικο να τελειώσει ο κόσμος χωρίς να μου έχεις δώσει λίγο από τον θρυλικό χυμό των 08:45». Ο άντρας θα γελάσει, θα μου δώσει μια κανάτα και θα κλείσει την πόρτα. Είναι 08:47. 

Μην πας για δουλειά σήμερα. Κάτσε εδώ. Νομίζω πως σήμερα τελειώνει ο κόσμος.

Είναι μέρες που πιστεύω ότι δεν είσαι στ’ αλήθεια εδώ, νομίζω πως τα φαντάζομαι όλα, εσένα, τη σφαίρα, το χυμό, όλα. Δεν ξέρω. Παλιά σε θεωρούσα όμορφη, μετά άσχημη, τώρα δεν ξέρω αν υπάρχεις καν, καταλαβαίνεις; Παρ’ όλα αυτά ξυπνάμε μαζί, έχεις σάλιο στο μάγουλο, σημάδια από το μαξιλάρι, τσίμπλες στα μάτια και μυρίζει το στόμα σου. 

Πως γίνεται; Δε γίνεται. Δεν πειράζει.

Μην πας για δουλειά σήμερα. Θα φτιάξουμε κάτι όμορφο. Θα κρατάω σφιχτά το ποτήρι σου, θα έχω κλειστά τα μάτια και θα νιώθω την αναπνοή σου σαν μικρό παλιρροϊκό κύμα να γκρεμίζει το δωμάτιο. 

Θα μάθουμε να ζούμε με τη σφαίρα. Θα περιστρέφεται και θα λέει με ντίτζιταλ φωνή: «Δεν είστε όμορφοι. Δεν είστε όμορφοι. Δεν είστε όμορφοι. Δεν είστε όμορφοι. Δεν είστε όμορφοι. Δεν είστε όμορφοι».

Κι εγώ θα απαντάω: «Στ’ αρχίδια μου» και μετά θα μου σφίγγεις το χέρι όσο πιο δυνατά μπορείς μέχρι να σπάσουν τα μετακάρπια οστά στην παλάμη μου.

Γιατί κάπως έτσι φαντάζομαι την αγάπη, σαν ένα κρακ στην παλάμη. 

Μην πας για δουλειά σήμερα. Κάτσε εδώ. Θα δεις, θα έχει πλάκα. Μάλλον θα χάσουμε, μάλλον θα τα ξανακάνουμε σκατά, αλλά κάτσε, ξέρεις, θα έχει πλάκα. 



[ντιες ιραε]

[γραφτηκε τον Δεκέμβριο του 2012 για το μπαχαρ* 4]

9.3.13

εφτά πολαρόιντ για τον Σαββόπουλο

1
Το καλοκαίρι του 1985 ο πατέρας μου σταματά το Opel Kadett του έξω από ένα δισκάδικο στην Αμφιλοχία. Είναι λεπτός, 34 ετών, με γυαλί που σήμερα θα το φόραγαν καλοντυμένα αγόρια και κορίτσια του κέντρου, με μουστάκι και πυκνό μαλλί. Μπαίνει μέσα και γυρίζει μετά από δύο λεπτά με μια κασέτα στρουμφάκια. Ήταν ο μόνος τρόπος για να σταματήσω να γκρινιάζω και να συνεχιστεί ήσυχα το ταξίδι για τη Λευκάδα. Αυτή είναι μια απο τις αγαπημένες ιστορίες των γονιών μου, πως επι μια εβδομάδα ακούγαν συνεχώς τα στρουμφάκια. 
Εγώ δεν την θυμάμαι αυτή την ιστορία. Θυμάμαι πράγματα πριν απο αυτό και πράγματα μετά από αυτό αλλά τη συγκεκριμένη ιστορία όχι. Γενικά, στις μόνες αναμνήσεις που έχω απο ταξίδια με αυτοκίνητο σε τόσο μικρή ηλικία ακούγεται η Συννεφούλα, η Σημαία από νάυλον και ο Καραγκιόζης του Σαββόπουλου.

2
Τον χειμώνα το 2010 έχω τσακωθεί με τη Β. Πίνω μόνος μου στο μπαλκόνι της Κυψέλης, βρέχει, φοράω ένα χοντρό μπουφάν όπως αυτά που φορούσαν οι στρατιώτες της Ανατολικής Γερμανίας και σκούφο και κάθομαι κάτω από την τέντα σε έναν παλιο καναπε που έχω βρεί στα σκουπίδια, στη γωνία Δροσοπούλου και Κεφαλληνίας. Αρχίζω ασυναίσθητα να μουρμουρίζω τη Συννεφούλα και τότε συνειδητοποιώ ότι κάποια πράγματα τελικά γίνονται. Οταν ήμουν μικρός ήθελα τη Συννεφούλα χωρίς να ξέρω τι είναι και όταν μεγάλωσα τελικά τη βρήκα. Και αφενός δε μου άρεσε και αφετέρου τώρα δεν έχω κάτι να περιμένω.



Ειμαι 6 ετών και κάθομαι στο πίσω κάθισμα στην καινούρια Opel Ascona. Έχω κολλημένο το πρόσωπο στο τζάμι και σκέφτομαι "τούτο το παιδί που δεν έχει απόψε που να πάει, που να πάει". Δυσκολεύομαι να καταλάβω. Γιατί δεν πάει σπίτι του; Τι κάνει η μαμά του κι ο μπαμπάς του; Υπαρχουν παιδάκια μόνα τους; Και κάνουν παρέα με ενα λευκό σεντόνι και μια τρελή λάμπα;
Όταν μεγαλώσεις βλέπεις πως μπορείς να έχεις σπίτι, φίλους, οικογένεια, σύντροφο και ακόμη και τότε να μην έχεις που να πας.

4
Είμαι 17, είναι καλοκαίρι, ένας πάνκης γύρω στα 25 έρχεται σπίτι να αράξουμε. Δεν τον συμπαθώ πολύ, αλλά πηγαίνουμε μαζί σε κάτι συναυλίες και μου γράφει κασέτες με GBH, Amebix και Crass. Αράζουμε μονοι στο σπίτι και σε κάποια φάση μου λέει χωρις να το περιμένω "έχω φούντα αλλά δεν ξέρω να στρίβω". Στην αρχή γέλασα, αλλά του έστριψα δυο τρια τσιγάρα. Όσο έστριβα κοίταζε τα βινύλια. "Να πάρω να ακούσω αυτά; θα στα φέρω απο βδομάδα" λέει. Κράταγε το Ουαι του Χατζή και το Φορτηγό του Σαββόπουλου. Φυσικά τους εξαφάνισε, χαθήκαμε, θα ξεκόβαμε ούτως ή άλλως, είμασταν διαφορετικοί. Τον ξαναείδα μια φορά στα εξάρχεια πριν λίγα χρόνια και ούτε εγώ ούτε αυτός είχαμε όρεξη να μιλήσουμε, αλλάξαμε πεζοδρόμια και χαθήκαμε.

5
Χτες στο Gagarin. Είναι η πρώτη φορά που πάω μόνος μου σε συναυλία, η πρώτη φορά που βλέπω από κοντά τον Σαββόπουλο και η πρώτη φορά που κλαίω σε συναυλία. Μετά το διάλειμμα ανεβαίνω στον εξώστη, έχω αρχίσει να ζαλίζομαι από τις μπύρες και με έχει πιάσει μια μαλακία οπου δεν μπορώ να σταματήσω να δακρύζω. Θέλω να καπνίσω, γυρίζω δεξιά και βλέπω μια καλοντυμένη κυρία γύρω στα 55 να καπνίζει μόνη της. Της λέω "συγγνώμη, αλλά επειδή έχω συγκινθεί πολύ, μπορώ να έχω ένα τσιγάρο;" Μου δίνει και μου το ανάβει. "Το έχω κόψει, μου λέει, μόνο για τον Σαββόπουλο πήρα". "Κι εγώ" της απαντάω. Μου χαμογέλαει, μου λέει "μην το ξαναρχίσεις" και γυρίζει ξανά προς τη σκηνή με κόκκινα μάτια.
Μετά θυμάμαι πως σήμερα είναι τα γενέθλια του πατέρα μου και σκέφτομαι ότι αν ήταν στην Αθήνα θα του έκανα δώρο ενα εισιτήριο και ένα τσιγάρο.

6
Πριν δύο χρόνια, στο ξέσπασμα της κρίσης ο Σαββόπουλος λέει να στείλουμε τους μετανάστες σε νησιά. Δυσκολεύομαι να το διαχειριστώ, θυμάμαι τους γονείς μου να συζητάνε για τον Σαββόπουλο και τον Μητσοτάκη και πόσο μπερδευόμουν που δυο προσωπικότητες που προκαλούσαν στην οικογένεια τα ακριβώς αντίθετα συναισθήματα, ήταν τώρα στην ίδια θεματική συζήτηση. Κάθε σχέση έχει ένα αγκάθι, η πολιτκή είναι αγκάθι στην αγάπη μου για τον Σαββόπουλο, μπορεί να είναι παρεξηγημένος, μπορεί να είναι μαλάκας, δεν ξέρω, εγώ τον συγχωρώ κι ας με πληγώνει καμια φορά.

7
Χτες ξημερώματα. Είμαι στο αυτοκίνητο μιας σχεδόν άγνωστης κοπέλας, ήταν με τους φίλους μου σε ένα πάρτυ, δεν είχα καθόλου λεφτά πάνω μου, με όσα είχα ήπια μπύρες στο gagarin. Είμαι πλέον μεθυσμένος, της λέω είναι 4, κάνει ψωλόκρυο, δεν έχω μια, θα με αφήσεις κάπου στο κέντρο όπως κατεβαίνεις; Στην αρχή της βραδιάς έκλαιγα στον σαββόπουλο, μετά έπινα ουίσκι σε ένα υπόγειο όπου η Α. και ο Β. μου έβαφαν το πρόσωπο για να μοιάζω με γατούλη και τώρα είμαι στην Μεσογείων, ο δρόμος είναι άδειος, η κοπέλα μου μιλάει και λέει κάτι για δουλειές και για έναν γκόμενο που είχε αλλά ηταν μαλάκας κι εγώ δεν την ακούω καλά, προσπαθώ να θυμηθώ ποια είναι, αν της την έπεσα, αν μου την έπεσε, αλλά όχι, ευτυχώς τίποτα, φίλη των παιδιών είναι, της λέω ασε με εδώ σε παρακαλώ, καλά είναι. Μου λέει αν θες σε παω και στο σπίτι, δεν είναι κόπος, και της λέω όχι εντάξει και κατεβαίνω. 
Προσπαθώ να καταλάβω που κατέβηκα, βλέπω το Δρομέα, οκ σκέφτομαι, πάω στέκομαι από κάτω και του λέω "εσύ έχεις απόψε που να πας;". Δεν απαντάει, περιμένω λίγο ακόμη, τον βγάζω μια φωτογραφία, ένας ταρίφας μπαίνει στην Β. Σοφίας με 140 και λάστιχα που στριγγλίζουν στην άσφαλτο. Χαιρετάω το άγαλμα, το μόνο άγαλμα που φαίνεται να είναι πιο χαρούμενο από τους ανθρώπους, και περπατάω για το σπίτι λίγο πριν ξημερώσει. Σκέφτομαι πόσο ωραία θα ήταν τώρα να άρχιζε ναι χιονίζει και να ακουγόταν από κάπου το Ολαρία Ολαρά και αρχίζω να δακρύζω ξανά σαν πεντάχρονο κοριτσάκι.

 

8.3.13

φυτά εσωτερικών χώρων

Μερικές μέρες θέλω να πετάξω τα έπιπλα από το σαλόνι και να φτιάξω περιστερώνες, όπως ο τύπος στο ghost dog αλλά μέσα στο σπίτι, να αφήσω μόνο έναν καναπέ, να κάθομαι και τα πουλιά να πετάνε δίπλα μου. 
Αυτές τις μέρες θέλω να νιώσω σαν βαλκάνιος σαμουράι, αντί για χιπ-χοπ να ακούω Μπέλλου και Τσιτσάνη, να πίνω τσίπουρο στον φθαρμένο καναπέ και να πεθαίνω κι εγώ για κάτι μεγάλο ή για κάτι όμορφο ή για κάτι που θα γίνει μια μέρα ταινία ή βιβλίο.

'Η δέντρα, δέντρα μέσα σε σπίτια, γιατί δεν το κάνουμε αυτό; Βαρέθηκα τα σουηδικά τραπεζάκια, τους πίνακες από φτηνά αφισάδικα και τα ψαγμένα φωτιστικά από PVC, ύφασμα και ατσαλόσυρμα. Σίγουρα θα έχει γίνει, σχεδόν όλα έχουν γίνει.
Σκέφτομαι σπασμένους σταρ του Χόλυγουντ με ρυτίδες και θολά μάτια να σβήνουν τα φτηνά αμερικάνικα τσιγάρα τους σε ψηλά δέντρα σαλονιού, φυτά πιο μεγάλα από τους ίδιους, μέσα σε ξεθωριασμένες βίλες της οροσειράς της Σάντα Μόνικα ή της κοιλάδας του Σαν Χοακίν ή άλλων ισπανικών τοπωνυμίων. 
Αυτές τις μέρες θέλω να νιώσω έτσι, ένα αστραφτερό πρώην μεγαλείο, κάτι να έχω να θυμάμαι από μια φανταστική νεότητα, δύο, τρία ή τέσσερα χαιλάιτ κι ας είναι στα πενήντα ή στα εξήντα μου να σβήνω τσιγάρα μόνος μου σε δέντρα στο σαλόνι μου.  


Αν οι άνθρωποι είχαν διακόπτες πιστεύω πως οι δικοί σου θα ήταν χαλασμένοι
θα πατούσα το off και δεν θα γινόταν τίποτα
θα περπατούσες αφηρημένη ή υπνωτισμένη ή μεθυσμένη ή δεν ξέρω τι
και τίποτα. 
Και οι δικοί μου. Να κάτι που έχουμε κοινό.

Οι πάνκηδες έχουν πλέον κοιλιές, καράφλες και παιδιά
έχουν αϋπνίες και ανεβάζουν στο facebook μπάντες από τη Μινεσότα του 90 ή το Σικάγο του 87
πίνουν φασκόμηλο, τρώνε γιαούρτια και βλέπουν μεταμεσονύκτια σκουπίδια στην τηλεόραση.
Το πανκ πέθανε αλλά κάπου γαμήθηκε η φάση και μας άφησε κληρονομιά τους πάνκηδες.

- φλασμπακ 4 ημερών -
Είδα έναν μετανάστη στο πάρκο έξω από το μετρό με διαφημιστικό μπλουζάκι, πρέπει να ήταν από γαριδάκια ή σερβιέτες, και μετά στην αποβάθρα άλλος ένας, το tshirt του είχε ένα φτηνό σκοτσέζικο ουίσκι και σκέφτηκα ότι κάπου εκεί πάει το πράγμα, σιγά σιγά θα έχουμε σπόνσορες σαν τις ομάδες μπάσκετ, θα μας πουλάνε στο χρηματιστήριο, θα μας αγοράζουν, θα γίνει πιο σκληρή η φάση.  
"Θέλω 3 Samsung Πακιστανούς να μου βάψουν το σπίτι".
"Αγόρασα 8 Marlboro Σενεγαλέζους για να μαζέψουν τις ελιές". 
Σκέφτομαι ότι δεν πρέπει να είμαστε πολύ αυστηροί, ίσως αυτή να είναι η μόνη πλευρά της επιστημονικής φαντασίας που θα προλάβουμε να ζήσουμε και ίσως, μπορεί κι εμείς κάποια άσχημα βράδια να πέσουμε χαμηλά και να αγοράσουμε κάποιον για παρεα π.χ. "Θέλω έναν HSBC Σέρβο να έρθει να δούμε ταινία και να πιούμε μπύρες". 
Ο τύπος με το ουίσκι στη μπλούζα χαμογελάει, του λέω γεια, μπαίνουμε στο συρμό και δεν θα τον ξαναδώ ποτέ.
- φλασμπακ τέλος -



Τώρα γύρνα το μέσα έξω, σκέψου μια παράλληλη πραγματικότητα.

Οι καναπέδες είναι ζωντανοί και διαλέγουν σε ποιο σαλόνι θα αράξουν, τα τετράγωνα τραπεζάκια από MDF με επίστρωση από λευκό βακελίτη και συμπληρωματικό επίπεδο για αποθήκευση περιοδικών, τηλεκοντρόλ και φυλλαδίων ντελίβερυ επιλέγουν συνειδητά κάτω από ποιό μίνιμαλ ιταλικό φωτιστικό θα καθίσουν, οι βιβλιοθήκες διαλέγουν τοίχους, τα χαλιά ανοίγουν μόνα τους, οι τηλεοράσεις στέκονται απέναντι από τους καναπέδες και παίζουν ότι μαλακία τηλεπαιχνίδι θέλουν. 

Δεν έχεις επιλογή, ξέχνα το. 

Είναι μπετόν, σίδερο, κουφώματα αλουμινίου, λευκές συσκευές και μοντέρνα γκάτζετ, κλειδαριές ασφαλείας, σε τέλεια αρμονία, ένας υπεροργανισμός που σιγά σιγά κατέκτησε τον πλανήτη.
Δεν είσαι κάτι ξεχωριστό, πρέπει να το χεις νιώσει κι εσύ, νομίζεις ότι έχεις το πάνω χέρι αλλά τελικά αυτά τα αντικείμενα ζουν ξέγνοιαστα και εμείς είμαστε τα αγχώδη νευρωτικά φυτά εσωτερικών χώρων τους, εμείς είμαστε, εμείς κάνουμε παρέα σ' αυτόν τον υλικό υπεροργανισμό, μας έχει αγοράσει, μας ποτίζει, μας φροντίζει, μας χαλαρώνει.
Φάε τώρα.  
Μπέργκερ, πατάτες, μαγιονέζα, κοκακόλα, φλουοξετίνη, σερτραλίνη και λίγη παρακεταμόλη για το χανγκόβερ.
Αυτή είναι η χλωροφύλλη σου.
Δες τιβι. 
Χάιδεψε τον καναπέ. 
Παίξε με το κινητό.
Αυτά.

12.2.13

μια τυχαία ζωντανή χειροβομβίδα

το σώμα μου
το σκάφανδρο του Jacques Cousteau
τα βράδια μπαίνουν νερά από το βόρειο Αιγαίο στο δωμάτιο
και μια φορά, ο ξιφίας της Χιλής

ο ξιφίας της 7ης Μαΐου του 1953, των 536 κιλών
ζωντάνεψε και μου έκοψε τα χέρια με την πριονωτή του μύτη

ο Elvis πέθανε φορώντας το πιο αστείο ρούχο από την ντουλάπα του

κάτι ανάμεσα σε στολή αστροναύτη και φόρμα εγκυμοσύνης
ουίσκι, βαρβιτουρικά, μπέργκερ και χριστιανισμός
μερικές φορές βαριέμαι περισσότερο από τον Elvis

και δεν έχω καν τόσο αστεία ρούχα

η αγάπη σου
μια Καρυάτιδα
κρύα, σκληρή, χωρίς χέρια
σε μίνιμαλ γυάλινο μουσείο 2 λεπτά από το μετρό
κόκκινη γραμμή, welcome to Greece, 1.40 ευρώ το εισιτήριο

ισχύει για απεριόριστες διαδρομές εντός 90 λεπτών

πρέπει να ξαναγράψουμε τη ζωολογία
αγόρια με φτερά στα μαλλιά
κορίτσια με animal print
αίματα στις σαβάνες της Ομόνοιας
ένα παγώνι στο σκαμπό του μπαρ
μια λεοπάρδαλη στο τρόλεϊ
μια ζέβρα που πίνει ουίσκι στο ασανσέρ, μόνη της, με μάσκαρα να κυλάει στο μάγουλο

η καρδιά μου
ο μύκητας
μια χειροβομβίδα
άυπνη, ανήσυχη, με λεπτή συρμάτινη περόνη 

ένα αρθρόποδο χωρίς πόδια και με χτυπημένο θώρακα 

11.2.13

το αρνί που τρώει playmobil

Ο Μάνθος έβγαλε κάτι περίεργο στο πουλί του, λέει.
Στην αρχή τον έτρωγε, μετά τον έτσουζε, μετά κοκκίνισε, μετά φωσφόρισε, μετά έκανε έναν θόρυβο σαν μέταλλα που τρίβονται και στο τέλος αυτό το κάτι περίεργο άρχισε να μιλάει.
Του λέει "Φίλε για Ομόνοια καλά πάω; έχει απεργία το μετρό και δεν ξέρω πως να κατέβω κέντρο".
Του έσκασε κάνα δυο χαστούκια, σήκωσε το παντελόνι, τράβηξε το φερμουάρ και ξεκίνησε για τον γιατρό.

Μπαίνει στο ιατρείο, τον κοιτάζει η κοπέλα και του λέει "έχετε ραντεβού;"
"Όχι", απαντάει ο Μάνθος, "αλλά να, το πουλί μου μιλάει".
"Τι γλώσσα;" ρωτάει η κοπέλα.
"Γλώσσα λανθάνουσα", απαντάει ο Μάνθος.
"Περιμένετε παρακαλώ".

Χτες με έπιασε ένα παραλήρημα για πρόβατα. Το αποδίδω στις ποιμενικές μου καταβολές. Φαντάζομαι δηλαδή ότι έχω ποιμενικές καταβολές. Αφού δεν κατάγομαι από επιστήμονες, εφευρέτες και πολιτικούς, από ποιμένες θα κατάγομαι.

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών, ένα νεαρό αρνάκι κατάπιε το αγαπημένο μου playmobil. Ο πλαστικός κοσμοναύτης σφήνωσε στην τραχεία του ζώου και πέθανε από ασφυξία. Το έμαθα πολύ αργότερα. Στεναχωρήθηκα για το αρνί αλλά μετά σκεφτόμουν, τι να απέγινε ο πλαστικός κοσμοναύτης μου; Να τον φάγαμε κι αυτόν;

Σκέψου να είσαι από πλαστικό, να ζεις σε ένα ήσυχο μεσοαστικό σπίτι για όλη σου τη ζωή και μόλις βγεις στα χωράφια της επαρχίας, να σκοτώνεις άθελά σου ζώα περίπου 600 φορές μεγαλύτερά. Κοσμοναύτης παγιδευμένος σε αναπνευστικές οδούς μηρυκαστικών ανάμεσα σε μασημένα χορτάρια και γαστρικά υγρά, σκληρή φάση.




Ο Μάνθος διάβασε λίγο τη βογκ.  Έλεγε για ένα μοντέλο από το Λιχτενστάιν που είχε πυρετό και της έγραψε ο γιατρός μια μπριζόλα και πατάτες. Και αφού την έφαγε, πήρε ενάμιση κιλό, άρχισε να κλαίει και αυτοκτόνησε. Σκληρή φάση. "Μη διαβάζεις μαλακίες" του είπε το πουλί του. Έπιασε το περιοδικό με το ένα χέρι και κοπάνησε με δύναμη τον καβάλο του. Ένα κοριτσάκι εννέα χρόνων και η μητέρα του τον κοίταξαν έντονα.
"Να τρως και να μη διαβάζεις λαϊφστάιλ" είπε ο Μάνθος στο κοριτσάκι.
"Τράβα γαμήσου και ψόφα παλιοβρωμιάρη" του απάντησε η μικρή.
Η μαμά του χαμογελούσε με χημικά μάτια που άστραφταν από χάπια και τηλεόραση, η μικρή έτριζε τα δόντια της σαν ντόπερμαν.

Ο ιατρός έμοιαζε με τον Κλιντ Ίστγουντ, ένας ψηλός λεπτός γαμιόλης με αυστηρό αέρα και ανάσα που μύριζε σκόρδο.
"Γδύσου" είπε στον Μάνθο. "Τι έχουμε;"
"Το πουλί μου μιλάει" είπε ο Μάνθος.
"Ε και;" είπε ο γιατρός.
"Τι εννοείτε γιατρέ, δεν είναι φυσιολογικό αυτό".
"Ε και; Σε ενοχλεί; Μιλάει δυνατά; Λέει κακές λέξεις;"
"Όχι" απάντησε ο Μάνθος.
"Τότε καλά είσαι" είπε ο γιατρός και κατέβασε το παντελόνι του.

Το πουλί του γιατρού έβηξε και είπε στο πουλί του Μάνθου: "Πάμε;"
"Πάμε" απάντησε το πουλί του Μάνθου. Και πήγαν.
Ο γιατρός και ο Μάνθος  έπεσαν στο πάτωμα ενώ τα πουλιά τους ξεκόλλησαν και πιάστηκαν χέρι χέρι.
Και πήγαν. Ήταν απλό δηλαδή. Απλά πας.


Θέλω να πιστεύω ότι αν ποτέ εισβάλλουν στη Γη τεράστια εξωγήινα πρόβατα 600 φορές μεγαλύτερα από μένα θα βουτάω στους οισοφάγους τους και θα σώζω έτσι τον πλανήτη, τους φίλους μου, πέντε έξι δίσκους και ένα κορίτσι. 

Μέχρι τότε γίνομαι εννιά ετών, κουρεύομαι σαν playmobil, μυρίζω πλαστικό, κλείνω τα μάτια και περιμένω κάτω από τον ήλιο κάτι που δεν ξέρω τι είναι.

24.1.13

το ψάρι στο γραφείο

Είναι ένας τύπος στο γραφείο που έρχεται καθημερινά με μάσκα και αναπνευστήρα. Λέει ότι είναι ψάρι. Εκτός από αυτό φαίνεται μια χαρά τύπος. Κάθεται με το λάπτοπ στα πλακάκια της τουαλέτας και κάθε τόσο μπαίνει στη ντουζιέρα και βρέχεται. Δεν πολυμιλάει, όταν θέλει να μας πει κάτι, στέλνει email ή περνάει από τα γραφεία μας και κολλάει στις οθόνες μας κίτρινα ποστ ιτ. Ακόμη κι αν δεν τον έχουμε δει, βλέπουμε τις λιμνούλες που σχηματίζονται από το νερό δίπλα στα γραφεία μας και καταλαβαίνουμε ότι είναι τα δικά του ποστ ιτ.
Μια μέρα η κυρία Ματίνα από το Λογιστήριο τον κοίταξε για δυο λεπτά συνεχόμενα και του είπε:
"Δεν είσαι ψάρι. Τα ψάρια δεν έχουν λάπτοπ".
Και ο τύπος της είπε:
"Απλά δεν είμαι συνηθισμένο ψάρι, από αυτά που ξέρεις" και γύρισε στα πλακάκια της τουαλέτας και το λάπτοπ.


Όταν είμαι άρρωστος, με γεμάτα ιγμόρεια και δυσκολία στην αναπνοή, ξαπλώνω στον καναπέ και κλείνω τα μάτια και σκέφτομαι ότι είμαι δύτης σε ελεύθερη κατάδυση με μάσκα και αναπνευστήρα. Δεν την ξέρω καλά τη θάλασσα. Γεννήθηκα στη στεριά και μεγάλωσα σε χωράφια, γύρω γύρω βουνά, χώμα, λίπασμα, βροχές εβδομάδων. Εκεί που κλείνω τα μάτια όμως ακούω την ίδια την αναπνοή μου όπως ακούγεται η αναπνοή του Νταρθ Βέιντερ ή σαν μακροβούτι του Αυγούστου. 
Το μόνο που ξέρω για τη θάλασσα είναι πως αν κλείσεις τα μάτια και συγκεντρωθείς πολύ μπορείς να φέρεις όλη την υποβρύχια μοναξιά στο γραφείο σου, στο σαλόνι σου ή στο κρεβάτι σου.

Ο τύπος που λέει ότι είναι ψάρι χτές έλειπε. Ρώτησα τον θυρωρό αν τον είδε και μου είπε ότι κάποτε είχε ένα χρυσόψαρο το οποίο ερωτεύτηκε ένα καναρίνι και πήγαν στο Παρίσι και πίναν κρασί και κάπνιζαν φούντα και τέτοια. Σκέφτηκα ότι τα χρυσόψαρα δεν πίνουν κρασί ή φούντα αλλά μετά θυμήθηκα ότι, εντάξει μπορεί να μην ήταν συνηθισμένο χρυσόψαρο, από αυτά που ξέρω.
"Δεν ήταν συνηθισμένο χρυσόψαρο, από αυτά που ξέρεις" είπε ο θυρωρός σαν να διάβαζε τη σκέψη μου. "Ήξερε να διαβάζει την ώρα, να πληρώνει τη ΔΕΗ και να μαγειρεύει μακαρόνια με κιμά. Μου λείπει το χρυσψαρό μου".
Βγήκα ζαλισμένος στην Κηφισίας, τυλίχτηκα καλά στο μπουφάν μου και έσφιξα τις γροθιές μου.


Τα τελευταία δυο χρόνια κοιμάμαι με σφιγμένες γροθιές. Δεν το είχα προσέξει. Το παρατήρησε κάποια στιγμή μια κοπέλα και μου είπε "φοβάμαι, νιώθω σαν να κοιμάμαι με μποξέρ". Εγώ. Μποξέρ. Θα μπορούσα να είμαι ο τύπος που κουβαλάει την πετσέτα του μποξέρ, ή αυτός που του φτιάχνει το τσάι μετά τον αγώνα. Τέλος πάντων. Της ζήτησα συγγνώμη και της είπα "αν ήμουν ψάρι δεν θα είχα χέρια". Δεν ξέρω γιατί της το πα αυτό. Καμιά φορά ακόμη κι εγώ με βρίσκω περίεργο.

Το αφεντικό ρώτησε για τον τύπο που λεει ότι είναι ψάρι. Η κυρία Θεοδοσία από τις Πωλήσεις είπε πως το πρωί ήταν εδώ. Έτρωγε μια σαλάτα με γαρίδες, λέει, και είχε μια περίεργη γλοιώδη ουσία πάνω του. Είχα ένα κακό προάισθημα. Έτρεξα στην τουαλέτα και είδα ένα άδειο κοστούμι των 39,99 ευρώ πεταμένο στο πάτωμα και δίπλα τη μάσκα και τον αναπνευστήρα. Είχε ένα μικρό σημείωμα που έγραφε το ονομα μου και έλεγε "Θα τα χρειαστείς σύντομα". Το έχωσα γρήγορα στην τσέπη και φώναξα τους υπόλοιπους. Δεν μιλούσε κανένας. Η κυρία Ματίνα έκλαιγε. Μίλησα πρώτος και ρώτησα:
"Λέτε να έφυγε από την λεκάνη ή απο το σιφόνι";
"Σοβαρέψου", είπε το αφεντικό, "κανείς δεν χωράει από αυτό το σιφόνι. Προφανώς έφυγε απο τη λεκάνη".
Ο κόσμος σταμάτησε να μιλάει ξανά. Η κυρία Ματίνα έκλαιγε ακόμη.

"Τι θα φάμε;" ρώτησε μετά από λίγο ο Τάκης, ένας ψηλός αδύνατος τύπος από το τμήμα Δικτύων και Πολυμέσων.
"Εγώ θέλω σήζαρς" είπε η Δήμητρα από τις Δημόσιες Σχέσεις.
"Εγω κινέζικο" είπε η κυρία Θεοδοσία από τις Πωλήσεις.
Τελικά δεν ξέρω γιατί, αλλά πήραμε πιτόγυρα. Ωραία ήταν. Ξεροψημένα και με έξτρα τζατζίκι. Μας έκαναν δώρο και μια κοκακόλα. Ήταν και γαμώ τις μέρες γενικά, όσο μαλακία πρέπει και όσο γαμάτη πρέπει.  

16.1.13

ερζεγοβίνη

1
Δεν θέλω να σε τρομάξω αλλά τα κορίτσια μας κοιτάζουν στα νύχια. Το επιβεβαίωσα την προηγούμενη εβδομάδα. Μου φαίνεται πολύ αστείο, έχουμε τόσα ελαττώματα και μας κοιτάζουν στα νύχια.
Νομίζω πάντως πως εμείς που τις κοιτάζουμε βαθιά μέσα σε κόγχες που βουλιάζουν από απώλειες και από το βάρος της νεότητας που φεύγει τελικά κερδίζουμε.
Σε κάθε περίπτωση, αγοράστε και καμιά λίμα.



2
Προχτές το απόγευμα μάτωσε η μύτη μου. Είχε χρόνια να συμβεί, θυμάμαι στο γυμνάσιο και στο λύκειο μάτωνε συνεχώς. Είχε πλάκα, θυμήθηκα τα παλιά, έκανα το κεφάλι πίσω, ήταν καλά, ήταν το χάιλαιτ της ημέρας μου.

3
Τον Ιούνιο του 1876 η Σερβία κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν ξέρω πολλά, δεν ξέρω καλή ιστορία γενικά, θα ήθελα να είναι το δυνατό μου σημείο και να λέω εξυπνάδες στα κορίτσια της Φιλοσοφικής, αλλά δεν είναι. Ξέρω όμως πως ο Τσάρος της Ρωσίας ανέθεσε στον Τσαϊκόφσκι τη σύνθεση ενός εμβατηρίου προς τιμήν των Σέρβων εξεγερμένων.
Στα πρώτα δυο λεπτά του σλάβικου εμβατηρίου και σε διάφορα σημεία κατά τη διάρκεια, ο Τσαϊκόφσκι, αντί για ιαχές, σάλπιγγες, σκληρό στρατιωτικό ρυθμό και βαριά κρουστά έχει ενσωματώσει μελωδίες στα όρια του ρομαντικού βαλς που κορυφώνονται σε ακραία ξεσπάσματα.
Σκέφτομαι ψηλούς, γεροδεμένους Σέρβους, με ιριδίζοντα μπλε μάτια και αστραφτερά χαμόγελα να χορεύουν σε ζευγάρια σαν δεκαεφτάχρονα κορίτσια πριν μεταμορφωθούν σε θηρία και πλημμυρίσουν τα χώματα της Ερζεγοβίνης με αίμα.
Κάπως έτσι αισθάνομαι κι εγώ όταν τα κορίτσια με κοιτάζουν στα νύχια, στην κοιλιά ή οπουδήποτε, σαν μια βίαια μετάβαση από ένα ρομαντικό βαλς σε ένα σκληρό εμβατήριο.



4 
ka-pow/ kaboom/ bang
 

γενικά νόμιζα πως οι εκρήξεις μοιάζουν με κάτι από ρόι λιχτενστάιν
ποπ
αλλά δεν υπάρχουν ποπ εκρήξεις

 
οι εκρήξεις μοιάζουν με λευκές Α4
ή με papercuts

 

ποπ είναι μόνο οι χάρτινες καρδιές, τα χάρτινα φορέματα και οι έρωτες στα σουπερμαρκετ
κάποια βλέμματα στο μετρό
και δύο-τρεις ταινίες σε θερινό σινέμα

κα-
μπουμ
(τελεία)
 



5
Ψάχνω να βρω ποιό θα είναι το κουλ πράγμα που θα κάνω το 2013.
Λέω να ξεκινήσω τη φήμη ότι ο Τσαϊκόφσκι έγραψε το Marche Slave για τον αγαπημένο του και όχι για έναν πόλεμο.
Ή να μάθω να ματώνω τη μύτη μου όταν κλείνω τα μάτια και σε σκέφτομαι.
Ή να σε πιάσω απ' το χέρι και να μπούμε στο Ελ. Βενιζέλος, να τρέχουμε στον αεροδιάδρομο μέχρι να μας συλλάβουν οι μπάτσοι ενώ γύρω μας θα απογειώνονται και θα προσγειώνονται Βoeing φτηνών αερογραμμών που πετάνε για το Βελιγράδι ή το Σεράγεβο. Ας γίνουμε τα αεροπλάνα. Ας γίνουμε κάτι που να σπάει το φράγμα του ήχου. Ας γίνουμε οι διάδρομοι, οι σκάλες που στέκονται μόνες τους, παρατημένες, με σκουριασμένες ρόδες, οι αντλίες πετρελαίου, οι προβολείς, το φως ή η σειρήνα του περιπολικού. 

Κι αυτά είναι ποπ. Ας γίνουμε κάτι απ' αυτά.

13.1.13

ο καλύτερος φίλος του θανάση

- Θα ήθελα ένα μικρό ρομπότ-σκύλο που να μοιάζει απ' έξω με κανονικό σκύλο αλλά να είναι ρομπότ. Να τον βγάζω βόλτα, να τον πηγαίνω στο πάρκο, στου Φιλοπάππου και στην Ακρόπολη και μια στο τόσο να πατάω ένα μικρό κουμπί στην αλυσίδα και να σηκώνει το πόδι του και να κατουράει τα κυκλάμινα του Σεπτεμβρίου. Να έρχονται τα κορίτσια και να μου λένε "Τι ωραίο σκυλάκι" και να τους λέω "είναι ρομπότ" και να γελάμε μετά μαζί. Μπορεί να τις κερνάω κάνα τσιγάρο, ή να με κερνάνε αυτές και να πίνουμε καφέ. Να τις παίρνω μετά και να ανεβαίνουμε στον Λυκαβηττό και να ακούμε έναν φάλτσο τύπο με ακορντεόν να παίζει παλιά βαλς σε λάθος κλίμακες. Ένας άπλυτος ακορντεονίστας μόνο για πρεζάκια, λαϊκά ζευγάρια και μέλλοντες αυτόχειρες.

Να πηγαίνουμε στη θάλασσα, τυλιγμένοι με χοντρά μπουφάν και να διαβάζουμε ποιήματα από παλιά μεταχειρισμένα βιβλία, 2 ευρώ στη Σόλωνος ή 3 ευρώ στο Μοναστηράκι. Να μην ξέρουμε τους ποιητές. Να κόβουμε τις σελίδες από αυτά που μας αρέσουν, να τα βάζουμε σε μπουκάλια και να πετάμε τα μπουκάλια στα σκουπίδια. 


Μόλις νυχτώνει να ανάβουμε φωτιά και να στεκόμαστε δίπλα δίπλα, να ζεσταίνουμε τα χέρια μας μέσα στον Νοέμβριο και να κοιτάζουμε ψηλά στο σκοτάδι για διαστημόπλοια. Να μην βρίσκουμε κανένα. Να γυρίζουμε πίσω αργά μες στη νύχτα και να λέμε χάρηκα που τα είπαμε, να κοιταζόμαστε στα μάτια και να φεύγουμε. Να αφήνουμε μια ουρά από φως πίσω μας, σαν τις τελευταίες πυγολαμπίδες της άνοιξης, να γυρνάμε και να κοιτάζουμε που και που ο ένας τον άλλον καθώς απομακρυνόμαστε. 

- Δεν υπάρχει τέτοιος σκύλος ρε φίλε. Μήπως θές καμιά τηλεόραση ή ένα iPad;

- Κρίμα, ήθελα να τον φωνάζω Ίκαρο. Μη μου μιλάς στον ενικό.

- Έχω το iPad με οθόνη Retina 32 GB σε προσφορά πάντως αν σας ενδιαφέρει.

- Στ' αρχίδια μου.

- Όπως αγαπάτε.

- Όπως θέλουμε αγαπάμε.

- Να κεράσω μια φριτέζα; 

- Γειά σας.

- Της θειάς σας.

- Της μαμάς σας.

- Γειά σας.

- Γειά.

8.1.13

τέλεια έντομα

1
Κάποια μέρα θα γίνεις τέλειο έντομο
κι όταν λέω τέλειο, εννοώ σχεδόν αόρατο, άοσμο, σχεδόν υγρό
θα εξαφανίζεσαι όποτε θες, θα εμφανίζεσαι όποτε θες, τέτοια φάση, θα είσαι απαρατήρητος.

Λέει ο άλλος θέλω να τρέχω γρήγορα ή να έχω ακτίνες ή βιονική όραση
να βλέπω μέσα από τοίχους
παπάρια, τι να τα κάνεις αυτά;

Λένε ότι οι άνθρωποι είμαστε κάτι διαφορετικό από τα υπόλοιπα ζώα. Δεν ξέρω. Υπάρχουν χελώνες και βάτραχοι που αν κάνει κρύο γεννιούνται αρσενικά κι αν κάνει ζέστη θηλυκά. Κάπως έτσι πιστεύω γίνεται και με τους ανθρώπους. Υπάρχουν νύχτες καλοκαιριού με 45 βαθμούς Κελσίου που κάποιες μάνες θα γεννήσουν περίεργα μωρά, φυσιολογικά απ' έξω, με αφαλό, με μάτια, με δάχτυλα, αλλά με πειρατικές ραδιοσυχνότητες στο κεφάλι τους. Δεν ξέρω τι είναι. Μηχανικά μωρά; Παιδιά με υγρά ραδιενεργά μάτια; Ηλεκτρικά έντομα;

Υπάρχουν νύχτες καλοκαιριού με 45 βαθμούς Κελσίου που γεννάνε τραγωδίες σε αμερικάνικα γυμνάσια, παιδιά με αυτόματα και κοντόκανες καραμπίνες που σημαδεύουν με ψυχωτικό τρόπο και πυροβολούν τυφλά με σφαίρες από ατσάλι, μοναξιά και φόβο.

Αν γινόμουν τελικά έντομο θα ήθελα να μοιάζω περισσότερο με μηχανή παρά με έντομο. Το ξέρω ότι δεν βγάζει νόημα αυτό που λέω, αλλά αντί για τέσσερα φτερά θα μπορούσα να έχω δύο και τα άλλα δύο να είναι αμερικάνικα ημιαυτόματα, να με πιάνουν κορίτσια με απόχες και να μου κόβουν τα πολεμικά φτερά από τη ρίζα. Να με αφήνουν στο έδαφος με δυο απλά φτερά που κάπως δουλεύουν και να στέκομαι στα πόδια μου, σαν κάτι όμορφο που δεν έχει καταγραφεί ακόμη από τη ζωολογία. 
Ένα τέλειο χαζό έντομο, κάτι όμορφο, δεν ξέρω.


2
Στο Μεξικό λέει τρώνε έντομα. 
Και στο Γουδή. 
Δεν είναι παραδοσιακό ζωγραφιώτικο πιάτο, υπάρχει λέει ένα μεξικάνικο εστιατόριο εκεί που σερβίρει ακρίδες.
Η ζωή μπορεί να γίνει πολύ ασφυκτική δηλαδή, είτε είσαι ακρίδα είτε Μεξικάνος στο Γουδή.



3
Καμιά φορά όταν χιονίζει ή βρέχει καταρρακτωδώς, στέκομαι παγωμένος στο παράθυρο χωρίς να μιλάω και κοιτάζω έξω. Δεν ξέρω γιατί, είναι σαν έμφυτο κάλεσμα, σαν τους ελέφαντες που μαζεύονται και πεθαίνουν στο ίδιο μέρος. Αφήνω τα μάτια μου να θολώσουν, κοιτάζω ψηλά και φαντάζομαι πως είμαι ο Γκαγκάριν, μέσα σε αυτή την πρωτόγονη μεταλλική κάψουλα, με το αμφίβολο σκάφανδρο με το σφυροδρέπανο και τα στρογγυλά χωριάτικα μάτια. Αισθάνομαι τη βαρύτητα να ελαττώνεται, αιωρούμαι και μετά πέφτω ξανά, όλο και πιο γρήγορα  ο αέρας πυκνώνει, μπαίνω στην ατμόσφαιρα ξανά, τα μάτια μου δακρύζουν, σφυρίζω ρώσικα πατριωτικά εμβατήρια του ψυχρού πολέμου.

Μισώ την επίσημη Ιστορία. Γραμμένη από τεχνοκράτες της διανόησης, με σαφείς δομές και μεθοδολογικό πλαίσιο ενώ η ιστορία έπρεπε να γράφεται από ποιητές και λογοτέχνες. Δεν με νοιάζει η ακριβής διαδρομή και το ύψος πτήσης του Βοστόκ 1, στ' αρχίδια μου, ποιος νοιάζεται; 

Όλο αυτό το περιστατικό έπρεπε να περιγράφεται στην επίσημη Ιστορία ως εξής:

Ο Γιούρι Γκαγκάριν
ο μικρός διάβολος από τα κολλεκτιβοποιημένα χωράφια του Σμολένσκ
σταμάτησε να είναι κοινός θνητός 
λίγο πάνω από το Κοσμοδρόμιο του Μπαϊκονούρ.

Ο Γιούρι Γκαγκάριν
ο μικρός θεός με το αμφίβολο σκάφανδρο
σταμάτησε να είναι θεός όταν μπήκε ξανά στην ατμόσφαιρα
κλαίγοντας και σφυρίζοντας ένα σκοπό του Σοστακόβιτς.

Αν ήμουν εγώ εκεί μέσα δεν θα γύριζα στη Ρωσία. 
Πόσο βαριά πρέπει να αισθανόταν τα πόδια του όταν τα έσερνε στη σκονισμένη Ρωσία του 60 και σκόρπιζε αστρική ύλη στη Μόσχα. 
Εγώ δεν θα άντεχα να ξανακοιτάξω άνθρωπο στα μάτια, θα γύριζα το σκάφος 180 μοίρες και θα το άφηνα να φεύγει προς τη Σελήνη, κλαίγοντας και σφυρίζοντας ένα σκοπό του Σοστακόβιτς. 
Εντάξει, κάποια πράγματα δεν αλλάζουν.



4
Ο Jeremy Delle ήταν τέλειο έντομο. 
Ανέβηκε στο θρανίο του, μάζεψε δεξιά την αστεία φράντζα και μεταμορφώθηκε σε τέλειο έντομο μπροστά στο ηλίθιο εφηβικό κοινό των αμερικάνικων γυμνασίων που παρακολουθούσε με μάτια άδεια και κρύα σαν χειμωνιάτικο πρωινό των βόρειων ΗΠΑ.
Κάπως σαν εμένα, όταν καμιά φορά κοιτάζω παγωμένος έξω από το παράθυρο όταν χιονίζει ή βρέχει καταρρακτωδώς.

Οι φωτογραφίες είναι του Zeugolator από το Instagram του.